Thursday, 1 October 2009

Όταν Η Πέννα Γίνεται Πιο Δυνατή Από Το Σπαθί

Πάνε αρκετοί μήνες από τότε που έχασα την δουλειά μου λόγω της οικονομικής κρίσης. Μια δουλειά που μπορώ να πω πως δεν μου άρεσε και τόσο. Απλά βοηθούσε να βγάζω τα προς το ζην χωρίς να μου προσφέρει τίποτα παραπάνω. Ειδικά δε τις τελευταίες μέρες απλά δεν ήθελα να πατήσω το πόδι μου στο γραφείο. Έτσι, όταν επιτέλους έφυγα από εκεί, παρόλο τις δύσκολες εποχές που περνάμε, το θεώρησα απλά ευλογία.

Γενικότερα είμαι ένας άνθρωπος που του αρέσει να ονειρεύεται και να κάνει σχέδια για το μέλλον του. Ανάμεσα σε αυτά θα ήταν να έχω βρει μια δουλειά που θα μου άρεσε, θα ήμουν ο καλύτερος που θα μπορούσα να είμαι και φυσικά στο τέλος της ημέρας θα ένοιωθα πως κάτι έχω προσφέρει κι εγώ σε τούτο αυτόν τον κόσμο. Έτσι με αυτό το σκεπτικό, αποφάσισα να μπω να ακολουθήσω το όνειρό μου και να μπω σε κάποια εφημερίδα ή περιοδικό μιας και μου αρέσει αρκετά να γράφω – το να εκφράζω τα συναισθήματα και τους προβληματισμούς μου στο χαρτί μου φαινόταν πάντα πιο εύκολο από τα να τα εκφράζω με τον λόγο – παρόλο που έχω ακούσει πως όσο ειδυλλιακή κι αν ακούγεται αυτή σαν δουλειά είναι αρκετά δύσκολη και αγχωτική. Πίστευα πως αφού και η κουτσή Μαρία έχει καταφέρει να μπει σε κάποιο από τα μυριάδες περιοδικά κι εφημερίδες που κυκλοφορούν στην Αθήνα, θα ήταν και για μένα ένα παιχνιδάκι. Πόσο αδαής ήμουν τότε...

Όταν πρωτοξεκινάς κάτι στην ζωή σου πάντα, ή σχεδόν πάντα, είσαι γεμάτος με αισιοδοξία κι ελπίδες για τον συγκεκριμένο στόχο που έχεις βάλει. Εφοδιασμένος κι εγώ με όλα αυτά ξεκίνησα να στέλνω βιογραφικά και δείγματα γραφής στους υπευθύνους των περιοδικών περιμένοντας κάποια απάντησή τους. Και περίμενα... Και περίμενα και λίγο παραπάνω... Βλέποντας πως απάντηση δεν έπαιρνα, αποφάσισα να πάω να τους βρω στα γραφεία τους αφήνοντας τους εκεί το βιογραφικό μου και φυσικά, αν είμαι και τυχερός, να μου τα πούμε. Βέβαια περισσότερες πιθανότητες έχεις να πετύχεις το λόττο παρά να μιλήσεις με κάποιος αρχισυντάκτη.

Σε ένα από τα πολλά γραφεία που πήγα, λίγο πριν από εμένα είχε φτάσει μια νεαρή κοπέλα όπου μιλούσε με την γραμματέα της συγκεκριμένης εφημερίδας ζητώντας της να δει τον κ. Αρχισυντάκτη. Η γραμματέας, αφού την κοίταξε από την κορυφή μέχρι τα νύχια, την ρώτησε με ένα περίεργο υφάκι αν έχει κλείσει κάποιο ραντεβού μαζί του. Η κοπέλα απάντησε αμέσως πως έχει έρθει εκ μέρους του κ. τάδε για να μιλήσουν έτσι ώστε να μπει στην συντακτική ομάδα. Αμέσως το ύφος και η συμπεριφορά της γραμματέως άλλαξαν και αφού της έδειξε τον δρόμο για το γραφείο του πήγα και της μίλησα. Της ζήτησα, αν γινόταν, κι εγώ να μπορέσω να μιλήσω με τον κ. αρχισυντάκτη για μια δουλειά στην εφημερίδα. Αφού η ίδια με “σκάναρε” και με ρώτησε αν έχω κλείσει κάποιο ραντεβού μαζί του (όπου έλαβε μια αρνητική απάντηση από εμένα φυσικά), μου είπε να αφήσω το βιογραφικό μου μαζί της και αυτή θα το προωθήσει στον αρμόδιο. Αφού της το άφησα, φεύγοντας, σκέφτηκα πως ο μόνος αρμόδιος που θα έβλεπε το βιογραφικό μου θα ήταν ο σκουπιδιάρης όταν θα μάζευε τα σκουπίδια από τον κάδο.


Φυσικά, προσπάθησα ξανά... Και ξανά... Αλλά πάντα οι προσπάθειές μου ήταν άκαρπες. Τότε κατάλαβα πως όχι μόνο δεν είναι τόσο εύκολο να μπεις σε κάποιο περιοδικό αλλά, στην κυριολεξία, πρέπει να έχει μπάρμπα από την Κορώνη για να το καταφέρεις. Ένοιωθα σαν τον Δαυίδ που τα έβαζε με τον Γολιάθ και έχανε γιατί απλά είχα χάσει την σφεντόνα μου, που στην προκειμένη περίπτωση είναι οι γνωριμίες. Μπορεί εγώ, και αρκετοί άλλοι στην θέση μου, να μην έχω κάνει την σωστές γνωριμίες, να μην έχω μπει στους σωστούς κύκλους ή να έχω πηδήξει τα σωστά άτομα για να τους βάλουν αμέσως σε κάποια ανάλογη θέση, όπως έχω προσέξει, έχουν κάνει μερικοί, αλλά προσπαθούμε για να πάρουμε αυτή την μια ευκαιρία που όλοι δικαιούνται αξιοκρατικά. Χα! “Αξιοκρατία”. Μια λέξη που μάλλον σε λίγο καιρό θα έχει λείψει από το λεξιλόγιο πολλών εργοδοτών, κι όχι μόνο, μιας και στις περισσότερες εργασιακές θέσεις αυτής της χώρας μόνο με το σπαθί σου δεν μπαίνεις...

Λένε πως ο αγώνας δεν τελειώνει όταν χάνεις, παρά μόνο όταν τα παρατάς. Κι εγώ, από την δική μου πλευρά τουλάχιστον, δεν καταθέτω τόσο εύκολα τα όπλα. Τώρα ποιος θα βγει ο χαμένος από όλη αυτή την ιστορία, θα το δείξει το μέλλον.

Tuesday, 29 September 2009

Πες Μου Που Συχνάζεις Να Σου Πω Ποιός Είσαι

Δεν συνηθίζω να πηγαίνω στα Εξάρχεια. Αν και είναι μια από τις περιοχές που μου αρέσουν αρκετά, έχω βρεθεί ελάχιστες φορές εκεί για βόλτα ή και για καφέ τα τελευταία χρόνια. Έτσι όταν μια φίλη μου με πήρε τηλέφωνο ένα Σαββατιάτικο απόγευμα να την συναντήσω για καφεδάκι εκεί, αμέσως άδραξα την ευκαιρία να πάω ξανά σε μια από τις αγαπημένες μου μποέμικες περιοχές της Αθήνας.

Φτάνοντας πρόσεξα πως ο κόσμος έχει αραιώσει αρκετά στην περιοχή. Φαίνεται πως ύστερα από τα γεγονότα της 6ης Δεκεμβρίου ο κόσμος φαίνεται πως ένοιωθε απροστάτευτος και φοβόταν να περάσει από τους δρόμους των Εξαρχείων. Ακόμα και για Σάββατο απόγευμα η περιοχή θύμιζε πόλη φάντασμα με τα κλειστά με σιδερένια ρολά μαγαζιά και τους άδειους δρόμους της.

Στην πλατεία βρήκα την φίλη μου ήδη να με περιμένει σε ένα από τα πολλά όμορφα καφέ που υπάρχουν εκεί. Αφού έκατσε κι αρχίσαμε να λέμε για διάφορα θέματα, πρόσεξα το εαυτό μου να περιεργάζομαι τον χώρο και τον κόσμο γύρω μου: ζευγάρια, αγόρια και κορίτσια, με ένα συγκεκριμένο στυλ να απολαμβάνουν τον καφέ τους στα λιγοστά τραπεζάκια που βρίσκονταν διάσπαρτα στην πλατεία. Όσο και να κοιτούσα γύρω μου, όσο και να ήθελα, δεν μπόρεσα να βρω κάποιον trendy ή emo ή κάποιον με έστω διαφορετικό στυλ να κυκλοφορεί στην περιοχή. Κατάλαβα πως όπως πολλές περιοχές της Αθήνας έτσι κι εδώ, δέχονται συγκεκριμένους θαμώνες και τους υπόλοιπους, που δεν ταιριάζουν με τα στάνταρ της εκάστοτε περιοχής, να τους κοιτάνε με μισό μάτι.

Η Αθήνα έχει χωριστεί σε διάφορα γκέτο, στο Γκάζι το γκέι βίλατζ, στην Γλυφάδα οι trendy και οι πιο πλούσιοι, στο κέντρο και στις γύρω περιοχές οι αλλοδαποί και ο κατάλογος μεγαλώνει. Έχουμε καταντήσει ξενοφοβικοί, να φοβόμαστε οτιδήποτε διαφορετικό από εμάς και να το περιθωριοποιούμε, σκεπτόμενοι πως αφού δεν το βλέπουμε και δεν το τρώμε στην μάπα κάθε μέρα άρα δεν υπάρχει ενώ νοιώθουμε πιο ασφαλείς με τους ομοίους. Η κοινωνία μας έχει απονείμει κι από μια ταμπέλα που μας χαρακτηρίζει και μας τοποθετεί αυτομάτως σε μια φάρα με την οποία θα συναναστρεφόμαστε.

Αυτό που μου αρέσει στην Αθήνα είναι μια πολυσυλλεκτική πόλη με διαφορετικές κουλτούρες να υπάρχουν παντού. Το να τις απομονώνουμε ενώ θα μπορούσαμε να μάθουμε τόσα πράγματα από όλες αυτές είναι απλά στενάχωρο για μια ευρωπαϊκή πόλη του 21ου αιώνα. Θα μπορέσουμε άραγε να βγάλουμε τις παρωπίδες μας που έχουμε βάλει σαν κοινωνία και να καταρρίψουμε τα τείχη που ίδιοι έχουμε καταφέρει να χτίσουμε; Βήματα γίνονται προς την σωστή κατεύθυνση, όπως όταν ένα γκέι φρέντλι μπαρ άνοιξε τις πόρτες του στα Εξάρχεια, αν και πολλοί από τους υπόλοιπους καταστηματάρχες έδειξαν αμέσως την δυσαρέσκειά τους λέγοντας πως απλά δεν υπάρχει χώρος γι’ αυτούς εδώ και να πάνε να κάνουν αλλού τα κουμάντα τους.

Η Αθήνα είναι μια πόλη που αγαπώ αν και μερικές φορές με εκπλήσσει δυσάρεστα. Θέλουμε όλοι μας να κάνουμε την πόλη μας πιο ανθρώπινη για τους κατοίκους της. Πως όμως θα το καταφέρουμε αυτό εάν οι ίδιοι δεν μάθουμε να συμπεριφερόμαστε πιο ανθρώπινα στους γύρω μας;

(Το σκίτσο είναι της κολλητής μου στην οποία αφιερώνω και το συγκεκριμένο ποστ :) )

Monday, 24 August 2009

Λογική Κι Ευαισθησία

Χτες έχασα έναν φίλο μου. Από τους καλύτερούς μου φίλους για να είμαι ακριβής. Αποφάσισε μόνος του πως οι δρόμοι μας έπρεπε να χωρίσουν για πάντα. Έτσι απλά. Σκέφτηκε λογικά και κατάλαβε πως εμείς δεν θα μπορούσαμε ποτέ να γίνουμε φίλοι μιας και πριν είμασταν κάτι παραπάνω. Όπως καταλάβατε είναι ένας άνθρωπος που το πιο δυνατό του σημείο είναι το μυαλό του. Ένας άνθρωπος που πορεύεται και λειτουργεί με άξονα την λογική του. 1+1=2 και δεν υπάρχει άλλη λύση. Από την άλλη πλευρά, εγώ. Κάποιος που προσπαθούσε να του δώσει να καταλάβει πως υπάρχουν και άλλοι δρόμοι για την λύση του προβλήματος αν υπάρχει αγάπη και θέληση κι από τους δύο. Ένας άνθρωπος που το δυνατό του σημείο είναι η καρδιά του και είναι ευαίσθητος.

Ο αντίλογος μας μεγάλος. Το μυαλό προσπαθεί να υπερτερήσει της καρδιάς και το αντίθετο. Η λογική εναντίον της ευαισθησίας. Μια διαμάχη που κρατά αιώνες ξαφνικά να ξεσπάει σε ένα καφέ στο κέντρο της Αθήνας μια Κυριακή απόγευμα. Αφότου χωρίσανε οι δρόμοι μας, αναρωτήθηκα: η λογική και η ευαισθησία αν και δύο τελείως αντιδιαμετρικά αντίθετα μεταξύ τους πράγματα θα μπορούσαν να συνυπάρξουν στο ίδιο χώρο ή τότε θα είχαμε μια ολοκληρωτική καταστροφή; Κι στον πόλεμο των σχέσεων τι είναι αυτό που υπερισχύει; Ε;

Από τότε που γεννηθήκαμε αυτομάτως μαθαίνουμε να χρησιμοποιούμε το μυαλό μας. Να επεξεργαζόμαστε όλα τα δεδομένα που λαμβάνουμε καθημερινά, να τα βάζουμε σε μια σειρά, να τα υπολογίζουμε και να βγάζουμε ένα αποτέλεσμα/συμπέρασμα σαν ένας υπολογιστής, όσο ψυχρό και καταθλιπτικό κι αν ακούγεται αυτό. Έτσι, πολλοί συνεχίζουν να έχουν και ένα παρόμοιο τρόπο σκέψης για αποφάσεις που αφορούν την ζωή τους και τις σχέσεις τους με τους άλλους ανθρώπους. Άνθρωποι που φοβούνται να ανοιχτούν για να μην πληγωθούν. Από την άλλη όμως υπάρχουν και αυτοί που μαθαίνουν να ξεφεύγουν από τα όρια της λογικής και να ακούν την καρδιά τους. Πολλοί το κατάφεραν με μεγάλη δυσκολία ξέροντας τους κινδύνους που παραμονεύουν. Αυτοί που είναι οι πιο ρομαντικοί και αυτοί που πιστεύουν πως "all you need is love". Άνθρωποι που φοβούνται την ψυχρότητα και την μαθηματική ακρίβεια του μυαλού.

Χτες έχασα έναν φίλο μου. Από τους καλύτερούς μου φίλους για να είμαι ακριβής. Κι αυτό επειδή επικράτησε η λογική αντί του συναισθήματος. Δεν ξέρω τι θα γινόταν αν συνέβαινε το αντίθετο και μάλλον δεν θα το μάθω ποτέ. Πολλές φορές χρησιμοποιούμε το μυαλό μας αντί την καρδιά μας σε πολλά πράγματα. Το θεωρούμε σωστό και πιο ασφαλές. Είναι σαν ένα μαξιλαράκι προστασίας που μας βοηθάει στο να μην πληγωθούμε από διάφορες καταστάσεις σε αντίθεση με κάποιον άλλον που ανοίγει την καρδιά του. Λένε πως ο πιο σκληρός μυς του ανθρώπινου σώματος είναι η καρδιά. Τότε γιατί είναι αυτή που πληγώνεται πιο εύκολα από οτιδήποτε άλλο; Ίσως όταν καταφέρουμε εμείς οι ίδιοι να εξισορροπήσουμε την λογική και το συναίσθημα να γίνουμε καλύτεροι και στην ζωή μας αλλά και στις σχέσεις με τους γύρω μας. Ίσως καταλάβουμε πως το ένα μόνο του δεν μπορεί να υπάρχει χωρίς το άλλο. Ως τότε όμως κάποιοι από εμάς θα πληγώνονται και κάποιοι άλλοι θα είναι αυτοί που θα μπήγουν το μαχαίρι βαθιά στη καρδιά για να μην πληγωθούν οι ίδιοι...

Καθώς έγραφα τα παραπάνω μια φίλη μου μου θύμισε ένα quote από τον Μικρό Πρίγκηπα του Αντουάν ντε Σαιντ-Εξυπερύ: "One sees clearly only with the heart. Anything essential is invisible to the eyes". Απλά, τροφή για σκέψη...

Thursday, 11 June 2009

Για το Σπίτι μας

Ζούμε σε δύσκολους καιρούς. Οι επιστήμονες λένε πως έχουμε λιγότερο από 10 χρόνια να αλλάξουμε τον τρόπο που ζούμε για να σώσουμε τον πλανήτη μας. Με το Home του γάλλου φωτογράφου-που-έγινε-σκηνοθέτης Yann Arthus-Bertrand καταφέρνει ακριβώς αυτό: να μας αφυπνίσει. Πρόκειται για ένα υπέροχο ντοκιμαντέρ για το σπίτι μας, την Γη. Ένα οπτικό μαγευτικό ταξίδι από την δημιουργία του πλανήτη μας μέχρι και το σήμερα. Συνοδευμένο με ένα υπέροχο soundtrack, το Home προσπαθεί να μας ταρακουνήσει και να μας δείξει το πως εμείς σαν άνθρωποι τον έχουμε καταστρέψει (σε λίγοτερο από 60 χρόνια - από το 1950 μέχρι και σήμερα - έχουν γίνει τόσο μεγάλες αλλαγές στην Γη που είναι τρομαχτικό), αλλά και να μας ευαισθητοποιήσει έτσι ώστε να αρχίσουμε να κάνουμε κι εμείς κάτι για να τον σώσουμε... Να σώσουμε το σπίτι μας και να το αγαπήσουμε... Γιατί πολύ απλά "είναι πολύ αργά για να είμαστε πεσιμιστές".

Την ταινία μπορείτε να την δείτε στους κινηματογράφους σε επιλεγμένες αίθουσες (διάρκειας 2 ωρών) αλλά και στο internet (διάρκειας 90 λεπτών) στο Youtube σε HD και με αγγλικούς υπότιτλους.




Tuesday, 9 June 2009

Οι Ασπριτζήδες Δεν Έχουν Αναμνήσεις

Δεν το λέω εγώ αλλά ο Ντάριο Φο. Πρόκειται για την νέα υπερπαραγωγή (ΝΑΙ υπερπαραγωγή που κολλάς εσύ τώρα;;) από την Θεατρική Ομάδα Ιταλικής Κατεύθυνσης του τμήματος Ιταλικής και Ισπανικής Γλώσσας και Φιλολογίας, η οποία παρουσιάζει το θεατρικό έργο του Ντάριο Φο "Οι Ασπριτζήδες Δεν Έχουν Αναμνήσεις", την Πέμπτη 11, την Παρασκευή 12 και το Σάββατο 13 Ιουνίου 2009, στις 21.15, στο Παλιό Πανεπιστήμιο στην Πλάκα (Μουσείο Ιστορίας, Θόλου 5).

Πρόκειται για την πέμπτη παραγωγή της Θεατρικής ομάδας, η οποία ξεκίνησε το 2005 με το αυτοσχεδιαστικό έργο Commedia dell arte και συνέχισε με την Λοκαντιέρα του Κ.Γκολντόνι (2006), τις Τρεις Γριές, διασκευή παραμυθιού του Ιτ.Καλβίνο (2007) και το La mamma του Αν.Ρουσέν (2008). Το έργο "Οι Ασπριτζήδες Δεν Έχουν Αναμνήσεις" (“Gli Imbianchini Non Hanno Ricordi”) γράφτηκε το 1957 και πρόκειται για μια κωμωδία, με έντονα στοιχεία κλόουν, με άμεσο χιούμορ και έντονα φαρσικά στοιχεία.

Είσοδος ελεύθερη.
Τηλέφωνο κρατήσεων: 6980033414




Φυσικά και θα πάμε...!!!

Tuesday, 19 May 2009

Με Κατατρέχουν, Με Εξουσιάζουν Άγγελοι και Δαίμονες

Πριν τρία χρόνια ο κόσμος περίμενε με ανυπομονησία την μεταφορά ίσως του πιο πολυσυζητημένου βιβλίου των τελευταίων ετών που δεν περιείχε έναν μικρό μάγο... Ο “Κώδικας Ντα Βίντσι” κατάφερε προκαλέσει τόση φασαρία για το αμφιλεγόμενο περιεχόμενό του που ακόμα και η ίδια η Εκκλησία το καταδίκασε. Αυτό βέβαια δεν σταμάτησε το Hollywood να δει το συγκεκριμένο σαν μια ευκαιρία να βγάλει λεφτά. Παρόλο που οι κριτικοί γιουχάρανε όχι μόνο την κόμμωση του Tom Hanks αλλά και την ίδια την προσπάθεια του Ron Howard, ο κόσμος σύρρεε στις σκοτεινές αίθουσες να την απολαύσει. Έτσι το “Illuminati – Οι Πεφωτισμένοι”, το πρώτο στην σειρά των βιβλίων, δεν άργησε να πάρει το πράσινο φως να γίνει κι αυτό ταινία.

Λίγο πριν την εκλογή του νέου Πάπα στο Βατικανό, ο Robert Langton (Tom Hanks), με καλύτερο μαλλί αυτή την φορά, καλείτε να διαλευκάνει το μυστήριο πίσω από την απαγωγή των τεσσάρων επικρατέστερων Καρδινάλιων για την θέση του Ποντίφικα από τους Illuminati. Ανά μια ώρα θα εκτελούν έναν έναν τους Καρδινάλιους επαναφέροντας στο προσκήνιο την μακροχρόνια βεντέτα τους. Και σαν να μην έφτανε αυτό, μια βόμβα αντι-ύλης ετοιμάζεται να εκραγεί τα μεσάνυχτα κάνοντας την Καθολική Εκκλησία και το Βατικανό “made in Hollywood” να διαγραφεί από τον χάρτη. Αυτό κι αν θα πει πίεση!

Βλέποντας την ταινία κατάλαβα για άλλη μια φορά πως ο Ron Howard είναι καλός όσο και το σενάριο που έχει στα χέρια του. Το σενάριο δεν καταφέρνει με τίποτα να αγγίξει την αγωνία του βιβλίου (κάπου διάβασα πως ο Dan Brown έχει ανακηρυχθεί σαν ο “συγγραφέας της παραλίας” κι όχι άδικα) που κινείται στο μοτίβο στοιχείο – στοιχείο, γίνεται κάτι τρομερό, ξανά από την αρχή μέχρι την αποκάλυψη του φινάλε. Αλλά και η... αλλόφρωνη σκηνοθεσία του Howard κάνει τα πράγματα χειρότερα. Αν και όλο το σκηνικό της ταινίας εξελίσσεται μέσα σε ένα τρελό και αγωνιώδες απόγευμα, η αγωνία που υπήρχε στο βιβλίο και το έκανε ένα τόσο δυνατό page turner δεν έχει καταφέρει να περάσει με επιτυχία στην μεγάλη οθόνη. Η κάμερα βρίσκεται, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, σε κίνηση κάνοντας τον θεατή ανήμπορο να χωνέψει τα γεγονότα που άλλοτε είναι τελείως αδικαιολόγητα και άλλοτε απλά γελοία.

Ο Hanks σαν Langton δείχνει αρκετά βαρετός και μειλίχιος σαν χαρακτήρας. Δεν είναι καν αυτός ο δυναμικός και αρκετά ευφυής καθηγητής που αγωνιά να ανακαλύψει την αλήθεια και να λύσει το μυστήριο υπό την πίεση του χρόνου. Προς υπεράσπιση του και μόνο είναι δύσκολο να δουλέψεις με ένα τόσο κακό σενάριο που το μόνο μπορούσε να κάνει είναι να κοιτάζει από εδώ κι από εκεί, άλλοτε αποχαυνωμένος κι άλλοτε με το πιο δραματικό του look μέχρι να περάσει ένα λεπτό και βρει την απάντηση στο αίνιγμα. Η Ayelet Zure στον ρόλο της συνεργάτιδας του Langton και φυσικού Vittoria Vettra πείθει όσο μια... Ιταλίδα από την Κυψέλη ενώ ο ρόλος του Ewan McGregor σαν τον καμερλάγκο McKeena είναι ίσως και ο μοναδικός που ήταν αξιόλογος – παρόλο που πετσοκόπηκε.


Ναι, είναι εν μέρη καλύτερο από τo βαρετό “Κώδικα Ντα Βίντσι” κι αυτό επειδή είναι πιο action paced και μετράμε περισσότερα πτώματα από ότι πριν αλλά ακόμα και τώρα, η μεταφορά του best selling βιβλίου του Dan Brown δεν καταφέρνει να εντυπωσιάσει ή έστω να συγκινήσει ακόμα και τους λιγότερο δύσπιστους. Θα μπορούσαμε να μιλάμε για μια αξιοπρεπέστατη ταινία ίσως εάν έπεφτε στα χέρια κάποιου πιο έμπειρου σκηνοθέτη ταινιών περιπέτειας αλλά η συγκεκριμένη εκδοχή του Ron Howard απλά πέρασε και δεν ακούμπησε. Το πρώτο μέτριο blockbuster του καλοκαιριού.



Thursday, 9 April 2009

May the Force Be With You, Fanboy!

Όσοι με έχουν δει από κοντά και με ξέρουν το πρώτο πράγμα που μαθαίνουν είναι το πόσο geek είμαι. Από πολύ μικρός λάτρευα τα “Star Wars”, τον “Indiana Jones”, το “Willow” και όλες αυτές τις ταινίες φαντασίας που με έκαναν να ταξιδεύω σε χώρες και, γιατί όχι, γαλαξίες μακρινούς. Ήμουν πάντα ένα τρελό fanboy που το μόνο που όταν άκουσα το ’97 ότι θα κυκλοφορούσε μια καινούργια τριλογία Star Wars απλά κόντεψα να λιποθυμήσω από την χαρά μου! Ναι, για τόσο geek μιλάμε...

Το σύμπαν του Star Wars είναι απλά τεράστιο με εκατομμύρια φανς σε ολόκληρο τον κόσμο. Η ταινία του Kyle Newman “Fanboys” δεν έχει να κάνει τόσο με το έπος του George Lucas αλλά είναι αφιερωμένο σε όλους εμάς που έχουμε λατρέψει τον κόσμο αυτό. Τους φανς. Έξι μήνες πριν κυκλοφορήσει το “Star Wars Episode I – The Phantom Menace”, 4 φίλοι κάνουν ένα roadtrip για να πάνε στο Skywalker Ranch και να κλέψουν την κόπια της ταινίας.

Το “Fanboys” απευθύνεται εξ ολοκλήρου σε fanboys των ταινιών “Star Wars”, αν και όσοι έχουν δει απλά τις ταινίες σίγουρα θα καταλάβουν πολλά από τα αστεία, με καμέο από πολλούς ηθοποιούς από τις ταινίες, όπως η Carrie Fisher και ο Billy Dee Williams κ.α. Αν και κλισεδιάρικο το σενάριο της, είναι πολύ αστείο μερικές φορές ενώ άλλες πάλι είναι απλά χυδαίο, με ΠΟΟΟΟΛΛΕΣ αναφορές στα “Star Wars” καθώς στο “Star Trek” μιας και δείχνει με χιούμορ τον «πόλεμο» που υπάρχει μεταξύ των δύο αυτών σειρών. Το συναίσθημα που μου άφησε με το που τελείωσε η ταινία ήταν αρκετά όμορφο και με έκανε να θυμηθώ εποχές που έτρεχα να προλάβω εισιτήρια για την ταινία και να περιμένω στην ουρά ατελείωτες ώρες καθώς και τον πανικό που γινόταν εκείνη την εποχή.

All in all thumbs up για μια αρκετά όμορφη ταινία για όλους εμάς τους Star Wars fans. Όλους εμάς που ακόμα και σήμερα δεν έχουμε πάψει να ταξιδεύουμε έστω και νοερά in a galaxy far far away…



Tuesday, 24 March 2009

Το Σύνδρομο "Tina Fey"

Όταν βλέπεις την Tina Fey στο όνειρό σου στον ρόλο της στο “30 Rock”, την σειρά που την ανέδειξε, να την ρωτάνε ποιος πιστεύετε ότι αξίζει να είναι ευτυχισμένος και ν’ απαντάει πως η ίδια το αξίζει όσο κανείς άλλος στον κόσμο γιατί μόνο αυτή είχε τις περισσότερες αποτυχημένες σχέσεις, καταλαβαίνεις από την αρχή πως η μέρα θα είναι, αν μη τι άλλο, αρκετά περίεργη... Χθες επιτέλους πούλησα το αυτοκίνητό μου. Μπορώ να πω πως αν και το έχω βγάλει ελάχιστες φορές στον δρόμο και δεν το χρειαζόμουν, στεναχωρήθηκα λίγο που το έδωσα. Οδηγώντας το καταλάβαινα πολλές φορές όλους εκείνους που έλεγαν ότι ένοιωθαν ένα είδος απελευθέρωσης κάθε φορά που έκαναν μια βόλτα με το αγαπημένο τους αμάξι. Αλλά από την άλλη δεν θα μπορούσα να παραβλέψω το γεγονός ότι ποτέ μου δεν το χρειάστηκα και δεν μπορούσα να το συντηρήσω.

Ο αγοραστής ήταν ένας κοντά στην σύνταξη αστυνομικός. Μου φάνηκε μια χαρά άνθρωπος στην αρχή: οικογενειάρχης, ευγενικός και βοηθούσε αρκετά με τα τρεχάματα. Αλλά χθες, την ώρα που πηγαίναμε για στην Νομαρχία για να καταθέσουμε τα τελευταία χαρτιά, όταν τον ρώτησα εάν κυκλοφορεί μιας και έπρεπε να μπούμε από το κέντρο ο ίδιος απάντησε πως “εγώ, πάντα κυκλοφορώ!” Όπα ρε μεγάλε, σκέφτηκα. Μη μας δείρεις κιόλας. Και από εκείνη την στιγμή πρόσεξα έναν άλλον άνθρωπο. Κάποιον που πραγματικά χρησιμοποιεί την ιδιότητά του σαν αστυνομικός για να καταφέρει να πετύχει αυτό που θέλει. Να πω την αλήθεια δεν με εξέπληξε. Είμαι σχεδόν σίγουρος πως πολλοί εκεί έξω έχουν αποφύγει αρκετές κλίσεις και έχουν κάνει αρκετές παραβάσεις γλιτώνοντας επειδή είναι είτε αστυνομικοί, είτε υπουργοί, είτε κι εγώ δεν ξέρω τι.

Περάσαμε με κόκκινο δύο φορές, σχεδόν όλη την Κυψέλης την βγάλαμε στην αντίθετη λωρίδα, αντικανονικές προσπεράσεις είναι απλά μερικές από τις παραβάσεις που έκανε ο εν λόγω κύριος Δεύτερα μεσημέρι στο κέντρο της Αθήνας. “Από ότι φαίνεται το έχετε κάνει πολλές φορές αυτό, το να παραβαίνετε τον ΚΟΚ και να την γλιτώνετε. Έτσι δεν είναι;” του είπα και αυτός με κοίταξε με ένα βλέμμα μετάνοιας και αμέσως συμμορφώθηκε. Κάπως έτσι το σκεφτόμουν στο μυαλό μου πως θα έπρεπε να γίνει αλλά τελικά έκανα μόκο για άλλη μια φορά και κρατούσα την ζώνη ασφαλείας όσο δυνατά γίνεται ενώ προσευχόμουν να φτάσουμε στον προορισμό μας σώοι.

Φυσικά φτάνοντας στην Νομαρχία κατάφερε να ξεμπερδέψουμε με όλα τα χαρτιά και την γραφειοκρατία μέσα σε λίγα μόλις λεπτά χρησιμοποιώντας για άλλη μια φορά το χαρτί του αστυνομικού. Αλλά για να πω την αλήθεια αυτό που έκανε δεν με πείραξε και τόσο γιατί κατάλαβα πως για να ξεμπερδέψεις από το μπουρδέλο που λέγεται Δημόσιο θα χρειαστείς κάποιο άλλο μπουρδέλο, στην προκείμενη περίπτωση την Ελληνική Αστυνομία, για να αλληλοεξουδετερωθούν. Πάντως αν παίζαμε “Μονόπολι” αυτός θα είχε ανεξάντλητα αποθέματα καρτών “βγες από την φυλακή”.


Το κακό είναι πως δεν χρειάστηκε καν η παρουσία μου εκεί μιας και μια υπογραφή θα μπορούσα την είχα βάλει από το σπίτι μου. Κι ενώ σκεφτόμουν ρυάκια, βουνα και λαγκάδια για να ηρεμήσω αποφάσισα να πάρω την συγκοινωνία να γυρίσω στο σπίτι. Αλλά για κακή μου τύχη είχα ξεχάσει το ipod στο σπίτι. Μην έχοντας κάποια μουσική να συνοδέψει αυτό το ταξίδι μου από τον Άλιμο στο Γαλάτσι, παρατήρησα πως όλες μου οι αισθήσεις δια μαγείας είχαν οξυνθεί. Ήμουν αρκετά παρατηρητικός με το να βλέπω κόσμο να ξύνει την μύτη του κι όχι μόνο – oh yes, ακόμα κι αυτά, να μυρίζω την αρκετά ευχάριστη μυρωδιά που ανέδυαν οι μασχάλες μια κυρίας που μάλλον δεν έχει τηλεόραση ή δεν ήξερε να διαβάζει μιας και δεν είχε μάθει για το Rexona η οποία καθόταν δίπλα μου ενώ άκουγα τον καθένα να μουρμουράει στον οδηγό επειδή το λεωφορείο άργησε να περάσει και ο ίδιος να πάει να γίνει σκουπιδιάρης μιας και δεν ξέρει να οδηγάει καλά.

Μετά από 3μιση ώρες ανούσιας απουσίας από το σπίτι, μπήκα στο δωμάτιό μου πτώμα. Κι ενώ ξάπλωνα στο κρεβάτι ήμουν σχεδόν σίγουρος πως κάπου η Tina Fey μου έκλεινε πονηρά το μάτι λέγοντας μου “arpa tin”… Damn you bitch!

Friday, 20 March 2009

Quis Custodiet Ipsos Custodes

Τι είναι αυτό που ξεχωρίζει μια ταινία από ένα έργο τέχνης; Μερικές φορές είναι πολλά πράγματα: από την καλλιτεχνική και την αισθητική της αξία μέχρι και το πόσο μπορεί να αντέξει στο χρόνο. Και το “Watchmen” του Snyder, σκηνοθέτη των “300”, προσπαθεί ακριβώς αυτό από τις πρώτες του κιόλας σκηνές της να μας δείξει ότι πέρα μια ταινία ότι επιδιώκει να γίνει και ένα έργο τέχνης. Από το “ταγκό” του Κωμικού με τον δολοφόνου του και τους υπέροχους πραγματικά τίτλους αρχής – που θυμίζουν κάτι από φωτογραφήσεις του David La Chapelle – το “Watchmen” έχει καταφέρει να σε κερδίσει τουλάχιστον οπτικά από την αρχή.

Βασισμένο στο graphic novel των David Gibbons και Alan Moore (όπου ο τελευταίος ευθύνεται και για τους “300”) το “Watchmen” μιλάει για μια διαφορετική πιο σκοτεινή και απόλυτα ψυχροπολεμική Αμερική του 1985, που έχει γυρίσει νικήτρια από τον πόλεμο στο Βιετνάμ, έχει ακόμα πρόεδρο τον Νίξον και βρίσκεται στα πρόθυρα πυρηνικού πολέμου με την Σοβιετική Ένωση. Όλοι οι παλιοί υπερήρωες έχουν δια νόμου αποσυρθεί, όταν όμως ένας από αυτούς δολοφονείται, ο μασκοφόρος ντετέκτιβ Rorschach πιστεύει ότι αυτή είναι η αρχή μιας τεράστιας, πολύ επικίνδυνης πλεκτάνης.

Το graphic novel το θεωρώ ένα από τα καλύτερα που έχω διαβάσει ποτέ μου με τα βαθιά κοινωνικοπολιτικά μηνύματα. Εδώ ο Snyder καταφέρνει να δημιουργήσει μια ταινία που παραμένει πιστή, στο μεγαλύτερό της μέρος, μεταφορά στο πρωτότυπο κείμενο του Moore (του οποίου το όνομα λείπει από τα credits - το παίζει diva o κ. Moore βλέπετε). Αρκετά απαισιόδοξη μέχρι το τέλος, μιλάει για ένα μέλλον όχι και τόσο φωτεινό και για μια ανθρωπότητα που είναι καταδικασμένη να αυτοκαταστραφεί, κάτι που δεν μπορεί παρά σε μερικούς να θυμίζει κάτι από το τώρα.

Τα κοινωνικοπολιτικά μηνύματα δεν έχουν αλλοιωθεί, αν και είναι πιο εύπεπτα βέβαια κυρίως για να βοηθήσει όλους αυτούς που δεν έχουν διαβάσει το graphic novel και έτσι ίσως χάσουν την μπάλα με τα τόσα ονόματα και γεγονότα. Το slow motion - aka πες με και κλονοποίηση του “Matrix” - σκηνών δράσης όσο μου άρεσε στην αρχή που το έβλεπα άλλο τόσο άρχισε να με ενοχλεί όσο περνούσε η ώρα. Μπορεί αυτό να ταίριαζε απόλυτα στις δραματικές σκηνές αλλά ο Snyder μετά από ένα σημείο και μετά το ξέχεσε στις σκηνές δράσης κάνοντας τες έτσι να χάσουν το αντίκτυπο που θα είχαν διαφορετικά.



(Οι εκπληκτικοί τίτλοι αρχής της ταινίας με το τραγούδι του Bob Dylan - The Times They Are A-Changin')

Πολλούς από τους φανς ενόχλησε η αλλαγή που χρειάστηκε να κάνει στο φινάλε. Ήταν όμως απολύτως αναγκαία μιας και καταφέρνει να το κάνει να είναι σαφώς καλύτερο από αυτό του graphic novel και πιο λογικό. Παρόλο τις 2 ώρες και 45 λεπτά που κράτησε πάντως δεν την βαρέθηκα ούτε μια στιγμή, ενώ ανατριχιαστικές παραμένουν οι σκηνές από την ιστορία του Dr. Manhattan και του Rorschach. Σίγουρα είναι μια ταινία που δεν θα αρέσει σε όλους ενώ άλλους τους κουράσει κυρίως λόγω της ελάχιστης δράσης και μεγάλης διάρκειάς της. Είναι όμως μια ταινία που παρέχει τροφή για συζήτηση και σκέψη και στις δύσκολες μέρες που περνάμε παραμένει επίκαιρη όσο ποτέ...




Monday, 9 February 2009

Εκείνη την Κυριακή

Χτες ξύπνησα με έναν τρομερό πονοκέφαλο! Ίσως έφταιγε το αρκετό κρασί που ήπια το Σάββατο βράδυ προσπαθώντας να παρακολουθήσω το “Ντόλτσε Βήτα” του Φελίνι. Ίσως να ήταν ο συνδυασμός και των δύο... Τα μάτια μου άνοιγαν σιγά – σιγά καθώς ο ήλιος άρχισε να γεμίζει το δωμάτιό μου. Σηκώθηκα και με τα χίλια ζόρια έφτασα στην μπαλκονόπορτα. Έξω πραγματικά ήταν ένα πανέμορφο κυριακάτικο πρωινό. Αποφάσισα πως δεν έπρεπε μια τέτοια μέρα να την αφήσω να περάσει έτσι. Έφαγα, ετοιμάστηκα, πήρα iPod μου (απαραίτητο αξεσουάρ για τις βόλτες μου) και κατέβηκα κάτω.

Το να περπατάω είναι ίσως από τα πράγματα που μου αρέσουν περισσότερο να κάνω. Και με την μουσική να με συνοδεύει στην βόλτα μου, δεν χρειάζομαι πραγματικά τίποτε άλλο. Είχα πολύ καιρό να κάνω μια τέτοια βόλτα και οφείλω να ομολογήσω πως μου είχε λείψει. Καθώς έφτανα προς το παλιό μου σχολείο οι αναμνήσεις του καλύτερου μου φίλου άρχισαν να έρχονται οι μια πίσω από την άλλη. Το πως γνωριστήκαμε, την χειραψία μας και το πως γίναμε αμέσως κολλητοί αλλά και τις καλύτερες μας στιγμές από αυτά τα τρία πανέμορφα χρόνια που τον ήξερα. Προσπαθούσα αρκετά στο να μην σκεφτώ εκείνη την ημέρα που τον έχασα. Προσπαθούσα να σκέφτομαι μόνο τις καλύτερες στιγμές μας. Εξάλλου το πρωινό αυτό ήταν πανέμορφο με κάθε λογής κόσμο να έχει γεμίσει τους δρόμους και τις πλατείες. Να παίζει και να χαμογελάει... Να χαμογελάει... Ένα πράγμα που είχα ξεχάσει το πως γίνεται τον τελευταίο καιρό. Αλλά, χτες, έπιασα τον εαυτό μου να το κάνει. Αν και με ξάφνιασε στην αρχή, αυτό το χαμόγελο κατάφερε να με γεμίσει με μια όμορφη ζεστασιά.

Το δροσερό αεράκι που φυσούσε εκείνη την ώρα έκανε την βόλτα ακόμα πιο ευχάριστη. Θυμήθηκα όλα αυτά τα πρωινά της Κυριακής που πήγαινα στο Θησείο να σας συναντήσω για καφέ. Να έρχεστε και να μιλάμε με τις ώρες για κόμικς, video games, ταινίες και άλλα πολλά. Υπάρχουν Κυριακές που πραγματικά μου λείπουν αυτές οι βόλτες μας στο Θησείο, να καθόμαστε σε κάποια από τις αμέτρητες καφετέριες που υπάρχουν εκεί και να πίνουμε την ζεστή μας σοκολάτα. Μέρες που πραγματικά το μόνο που μας ενδιέφερε ήταν το πως θα πάμε ξεπερνούσαμε τον boss στην τελευταία πίστα του παιχνιδιού. Μέρες ανέμελες και γλυκές. Θυμάμαι που σας γνώρισα όλους όταν είχαμε κανονίσει να πάμε να δούμε τον “Άρχοντα των Δαχτυλιδιών – Οι Δυο Πύργοι”. Οι περισσότεροι είχαν έρθει με αυτάκια elf και με κάνατε να γελάσω. Με κάνατε να νιώσω πως από την πρώτη στιγμή ήμουν μέλος αυτής της παρέας. Και από τότε έχω γνωρίσει περισσότερους από εσάς ενώ, παρόλο τις όποιες δυσκολίες, δεν έχουμε χωρίσει και σας θεωρώ δεύτερη οικογένειά μου.

Καθώς όμως έφτανα προς το σπίτι σου θυμήθηκα τις δικές μας Κυριακές. Αλλά και την πρώτη Κυριακή που σε αντίκρισα. Ένα κυριακάτικο συννεφιασμένο απόγευμα, πριν 6 χρόνια περίπου όταν πήγαμε να δούμε τον “Peter Pan” ήρθες κι εσύ αρκετά ντροπαλός μη ξέροντας κανέναν από εμάς. Μου κέντρισες το ενδιαφέρον από την πρώτη στιγμή που σε είδα. Όντως κι εγώ το ίδιο ντροπαλός ακόμα και τότε, δεν σου πολύ μιλούσα και φεύγοντας έβριζα τον εαυτό μου που δεν κατάφερα να σε γνωρίσω καλύτερα. Αλλά η μοίρα το είχε να ξαναβρεθούμε 4 χρόνια μετά πάλι. Κι αυτή ήταν ένα καλοκαιρινό απόγευμα Κυριακής όπου ήρθα για πρώτη φορά σπίτι σου με... κοκάκια (!) ανα χείρας. Αυτή την φορά όμως ερωτευτήκαμε και περάσαμε πολλές Κυριακές μαζί ξυπνώντας αγκαλιά και με το χαμόγελό σου να φωτίζει το δωμάτιο. Όπως σου είχα πει κάποτε ήμουν η μουσική και εσύ οι στίχοι. Μπορεί εγώ από μόνος μου να ήμουν μια όμορφη μελωδία κι εσύ ένα ρυθμικό ποίημα αλλά μαζί κάναμε το ομορφότερο τραγούδι που είχε γραφτεί ποτέ. Και με αυτή την σκέψη έφτασα στον δρόμο του σπιτιού σου. Κοντοστάθηκα και κοίταξα εκεί που μένεις. Το χαμόγελο ζωγραφίστηκε για άλλη μια φορά στο πρόσωπο μου, ένα χαμόγελο που μάλλον δεν θα μάθεις ότι για άλλη μια φορά μου χάρισες.

Και με αυτό πήρα τον δρόμο του γυρισμού. Η μουσική μου κράτησε συντροφιά σε όλο αυτό το ταξίδι των κυριακάτικων πρωινών. Ένα soundtrack για τις όμορφες Κυριακές που έφυγαν αλλά και για όλες εκείνες που θα έρθουν...




(Το ποστ αυτό είναι αφιερωμένο σε όλους εκείνους που ήρθαν στην ζωή μου δίνοντας μου δύναμη να συνεχίσω παρά τα όποια προβλήματα και με γεμίζουν κάθε φορά με την αγάπη τους. Άλλοι έφυγαν, άλλοι έμειναν... Αλλά όλους μα όλους σας σκέφτομαι και σας αγαπώ...)

Sunday, 8 February 2009

TOP 10 - Ψέματα


10. Ο φίλος σου πήγε σε έναν καλύτερο κόσμο από αυτόν εδώ.
9. Η οικονομική κρίση δεν έχει επηρεάσει την χώρα μας. Αντιθέτως η οικονομία μας πάει ολοένα και καλύτερα.
8. Η σφαίρα εξοστρακίστηκε.
7. Θα είμαι για πάντα δίπλα σου.
6. Δεν υπάρχει φιλία μεταξύ ανδρών και γυναικών.
5. Οι κουκουλοφόροι είναι οι γνωστοί άγνωστοι.
4. Η Αμερική είναι φίλος όλων των εθνών.
3. Το φαινόμενο του θερμοκηπίου είναι απλά μια μεγάλη φήμη.
2. Δεν χρειάζεται μέσο για να μπεις σε κάποια εταιρεία. Η επιλογή γίνεται αξιοκρατικά.
1. Σ’ αγαπώ…